ὑπεπιμόριος

ὑπεπιμόριος
ὑπεπιμόριος, ον, an arithmetical term, the reciprocal of ἐπιμόριος, represented by the fraction 1/(1 + 1/n) or n/(n + 1), Arist.Metaph. 1021a2:—so [full] ὑφημιόλιος is the reciprocal of ἡμιόλιος (2/3 of 3/2), [full] ὑπεπίτριτος of ἐπίτριτος (3/4 of 4/3), [full] ὑπεπιτέταρτος of ἐπιτέταρτος (4/5 of 5/4), [full] ὑπεπόγδοος of ἐπόγδοος (8/9 of 9/8), etc., Nicom.Ar.1.19, Exc.2, Theo Sm.p.75 H., etc.; and so [full] ὑπεπιμερής is the reciprocal of ἐπιμερής, Nicom.Ar.l.c.—These ratios are called ὑπόλογοι, ἐπιμόριος etc. being πρόλογοι.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ὑπεπιμόριος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπεπιμόριος — και ὑποεπιμόριος, ον, Α (για αριθμό) αντίστροφος τού ἐπιμόριος*, που παριστάνεται με το κλάσμα x/x 1 ως αντίστροφο τού x 1/x. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ἐπιμόριος «αριθμός που περιέχει ένα ακέραιο κλάσμα με αριθμητή τη μονάδα»] …   Dictionary of Greek

  • ὑπεπιμόριον — ὑπεπιμόριος masc/fem acc sg ὑπεπιμόριος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεπιμορίου — ὑπεπιμόριος masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεπιμορίους — ὑπεπιμόριος masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεπιμόριοι — ὑπεπιμόριος masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπεπιμερής — και ὑποεπιμερής, ές, Α (για αριθμό) αντίστροφος τού επιμερούς, υπεπιμόριος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ἐπιμερής «αριθμός που περιέχει ακέραιο και κλάσμα»] …   Dictionary of Greek

  • υποεπιμόριος — ον, Α βλ. ὑπεπιμόριος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”